Η βροχή , ξαφνική κι εγκάρδια με βρήκε στη θάλασσα. Καθόμουν στα χαλίκια
με τα γόνατα διπλωμένα στο στήθος. Τα κύματα έσερναν τους αιώνες σε μια
μαβιά ακινησία. Οι άνθρωποι γύρω μου ανέπνεαν μόνοι.
Ένας σκύλος έσταζε στα κόκαλά του.
Η κυρία που προσπέρασε βιαστική δεν κατέληξε σε κανένα καλοκαίρι.
Το παιδί με το κόκκινο μαγιό έψαχνε έναν δήθεν αχινό, αναβάλοντας συνεχώς τα δάκρυά του.Ο ευκάλυπτος παρατηρούσε το μονοπάτι που σωνόταν στο χρόνο.
Ένας τρελός επέμενε ν΄ακουστεί ολόγυμνος, και γελούσε δυνατά .
Οι κεραυνοί στον ορίζοντα μοίραζαν στα δύο την ευγένεια της στιγμής.
Η βροχή συνεχιζόταν με δάκρυα μικρά και μεγάλα.
Σε σκεφτόμουν.
Ένας σκύλος έσταζε στα κόκαλά του.
Η κυρία που προσπέρασε βιαστική δεν κατέληξε σε κανένα καλοκαίρι.
Το παιδί με το κόκκινο μαγιό έψαχνε έναν δήθεν αχινό, αναβάλοντας συνεχώς τα δάκρυά του.Ο ευκάλυπτος παρατηρούσε το μονοπάτι που σωνόταν στο χρόνο.
Ένας τρελός επέμενε ν΄ακουστεί ολόγυμνος, και γελούσε δυνατά .
Οι κεραυνοί στον ορίζοντα μοίραζαν στα δύο την ευγένεια της στιγμής.
Η βροχή συνεχιζόταν με δάκρυα μικρά και μεγάλα.
Σε σκεφτόμουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου