ίπταμαι πάνω απ΄το άδειο σπίτι μου
σε μια σταγόνα βροχής εγκλωβισμένη
κάποτε η πατρίδα μου
τα μάτια της θάλασσας φορούσε
τώρα ξερίζωσε και το τελευταίο κύμα
ήταν που αίμα αθώων σεργιάνιζε
με λάβαρο ελληνικό
ποιος το αντέχει
ίπταμαι πάνω απ΄το άδειο σπίτι μου
χάδια ακρωτηριασμένα στο κατώφλι
πόσα κλειστά παράθυρα χωράνε σ΄ένα βλέμμα
η λεμονιά συννέφιασε στον κήπο
κίτρινα ψέματα που αποσύρθηκαν
ελλείψει στέρεων ημερών
ίπταμαι πάνω απ΄το άδειο σπίτι μου
αδέξια στην εύθραυστη φυλακή μου στροβιλίζομαι
ανέκαθεν δική μου υπόθεση ήταν η πτώση
το εισιτήριο ήταν πάντα του ανέμου
σε μια σταγόνα βροχής εγκλωβισμένη
κάποτε η πατρίδα μου
τα μάτια της θάλασσας φορούσε
τώρα ξερίζωσε και το τελευταίο κύμα
ήταν που αίμα αθώων σεργιάνιζε
με λάβαρο ελληνικό
ποιος το αντέχει
ίπταμαι πάνω απ΄το άδειο σπίτι μου
χάδια ακρωτηριασμένα στο κατώφλι
πόσα κλειστά παράθυρα χωράνε σ΄ένα βλέμμα
η λεμονιά συννέφιασε στον κήπο
κίτρινα ψέματα που αποσύρθηκαν
ελλείψει στέρεων ημερών
ίπταμαι πάνω απ΄το άδειο σπίτι μου
αδέξια στην εύθραυστη φυλακή μου στροβιλίζομαι
ανέκαθεν δική μου υπόθεση ήταν η πτώση
το εισιτήριο ήταν πάντα του ανέμου
