Translate

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2018

Τα καλοκαιρινά απογεύματα,οι ιδιοκτήτες του κόκκινου σπιτιού,δυο απαλά, χαμηλόφωνα γεροντάκια, στερέωναν προσεκτικά τις μορφές τους στο παγκάκι του κήπου,πίνοντας τον καφέ τους,πικρό. Ένας γλάρος στεκόταν πάνω στο τσίγκινο τραπεζάκι προσπαθώντας μάταια ν' ανοίξει τα φτερά του.
Αόρατοι έμοιαζαν,ακόμα κι όταν ρωτούσαν κάποιον από τους περαστικούς να τους πει τι ώρα είναι. Ήταν η μόνη συναναστροφή τους με τον κόσμο αυτή η επαναλαμβανόμενη ερώτηση. Η απάντηση απλά τους επιβεβαίωνε πως ήταν ακόμα ζωντανοί,σε κάποιο σημείο του χρόνου. "Εννιά παρά δέκα... για φαντάσου... κι είναι ακόμα μέρα..."
Ο κύριος Γιάννης και η κυρία Ασπασία,πίσω από την κόκκινη καγκελόπορτα θριαμβευτικά χαμογελούσαν."Να ρίξουμε λίγο νερό...το γιασεμί στο πιθάρι,κοντεύει να ξεραθεί"... έλεγε εκείνη σιγανά καθώς απομακρυνόταν.
Μισούσαν κι οι δυο το κόκκινο χρώμα. 'Οταν αποφάσισαν πως δε μπορούν να μην είναι μαζί,έβαψαν το σπίτι τους κόκκινο και να το ακούμπησαν μπροστά στη θάλασσα που τη λάτρευαν...
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου