Translate

Κυριακή 31 Μαρτίου 2019


όταν σταμάτησε να θυμάται άρχισε να πλέκει κυπαρίσσια λευκά
τα φύτευε αντικριστά στο μεγάλο σαλόνι
κι όταν τελείωνε καθόταν στην άκρη του παλιού καναπέ
και τα χάζευε
θεός σχωρεσ' τους και τους ζωντανούς μονολογούσε
είπαν πως κάποτε θα ρθουν
πού να ναι το σπίτι μου...
πού να ναι το σπίτι μου...
ύστερα έκλεινε με τρόμο τα παράθυρα σκάλιζε με αγωνία το χώμα έβρισκε ένα κλειδί
το άφηνε κάτω απ΄το χαλάκι της εξώπορτας
για λίγο
μετά το έθαβε πάλι βιαστικά,
καθόταν αμίλητη και περίμενε
την άνοιξη χιλιάδες κυπαρίσσια έβγαιναν απ' το βάθος του καθρέφτη,τρυπούσαν το ξύλινο ταβάνι, πόντο πόντο έφταναν ως τον ουρανό,έπαιρναν τη θέση τους γύρω από το μεγάλο τραπέζι,εκείνη χαιρόταν κι άπλωνε το χέρι της ν' αγγίξει μια φέτα ψωμί, η πολυθρόνα της άδεια φτερούγιζε,ολόλευκα κυπαρισσόμηλα κυλούσαν στο πάτωμα,γελούσε κι έτρεχε να τα φτάσει... 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου