Τα μεσημέρια
ερχόταν η θάλασσα
πρώτα το νερό
μετά το κύμα
το δωμάτιο
επέπλεε μαλακά
γεμάτο ξύλα
από σπασμένες παραλίες
άνοιγα το παράθυρο
να τρέξουν τα παιδιά
να σωθούν
μιλάτε σιγά
ώρα κοινής ησυχίας
οι γείτονες
γυρνούσαν πλευρό
ενοχλημένοι
ήτανε όνειρο
εκείνο το σπίτι
γαλάζια τα ρούχα μας
χόρευαν
στα θεμέλια
ο πετεινός
αλλού το κεφάλι
στις τρεις και μισή η φωνή του
δεν είχε πεθάνει ακόμα
ερχόταν η θάλασσα
πρώτα το νερό
μετά το κύμα
το δωμάτιο
επέπλεε μαλακά
γεμάτο ξύλα
από σπασμένες παραλίες
άνοιγα το παράθυρο
να τρέξουν τα παιδιά
να σωθούν
μιλάτε σιγά
ώρα κοινής ησυχίας
οι γείτονες
γυρνούσαν πλευρό
ενοχλημένοι
ήτανε όνειρο
εκείνο το σπίτι
γαλάζια τα ρούχα μας
χόρευαν
στα θεμέλια
ο πετεινός
αλλού το κεφάλι
στις τρεις και μισή η φωνή του
δεν είχε πεθάνει ακόμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου